Προϊστορικός Οικισμός Θερμής Λέσβου

Ένας από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της νήσου Λέσβου είναι ο προϊστορικός οικισμός της Θερμής, που βρίσκεται στην παραλία του σημερινού χωριού Πύργων Θερμής, 10 χλμ. βόρεια της Μυτιλήνης. Πρόκειται για μια θέση της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3200-2400 π.Χ.), με μετέπειτα οικιστικές φάσεις στη Μέση και Ύστερη Χαλκοκρατία (2000-1300 π.Χ.). Η θέση εντοπίστηκε και ανασκάφτηκε συστηματικά κατά τα έτη 1929-1933, από τη Βρετανική Σχολή Αθηνών και πιο συγκεκριμένα, από τη Βρετανίδα αρχαιολόγο Winifred Lamb (1894-1963), η οποία δημοσίευσε διεξοδικά το έργο της τρία χρόνια αργότερα, το 1936. Με το πέρας των εργασιών της Βρετανικής Σχολής Αθηνών, η W. Lamb προέβη στην επιχωμάτωση των σκαμμάτων για λόγους προστασίας. Έκτοτε ο προϊστορικός οικισμός της Θερμής έμεινε απροσπέλαστος και στην ουσία άγνωστος στο ευρύτερο κοινό. Το 2005, κι έπειτα από την επιτυχή ένταξη του αρχαιολογικού χώρου στο Περιφερειακό Επιχειρησιακό Πρόγραμμα Βορείου Αιγαίου 2000-2006, ξεκίνησαν οι εργασίες αποκάλυψης, διαμόρφωσης και ανάδειξης του οικισμού, οι οποίες ολοκληρώθηκαν το 2008. Το 2011 μάλιστα πραγματοποιήθηκαν συμπληρωματικές δοκιμαστικές τομές, οι οποίες έφεραν στο φως νεώτερα αρχαιολογικά δεδομένα.

Ο προϊστορικός οικισμός της Θερμής ανήκει στην πολιτισμική ενότητα του βορειοανατολικού Αιγαίου, που είχε ως επίκεντρο την Τροία και περιελάμβανε, εκτός από τα μικρασιατικά παράλια, και τα μεγάλα νησιά, Λέσβο, Λήμνο, Σάμο και Χίο. Ο παράκτιος οικισμός της Θερμής ιδρύθηκε στις αρχές της τρίτης χιλιετίας (περί το 3000 π.Χ.) και σύντομα παρουσίασε –όπως και τα περισσότερα κέντρα της ίδιας πολιτισμικής ενότητας του βορειοανατολικού Αιγαίου– σημάδια πρώιμης αστικοποίησης. Από τη μια, η θέση της Λέσβου, γενικότερα, στο σταυροδρόμι που ένωνε το Αιγαίο με τον Ελλήσποντο, τη Δύση με την Ανατολή, και από την άλλη, η θέση του οικισμού, ειδικότερα, στο κοντινότερο σημείο με τα απέναντι μικρασιατικά παράλια, εξασφάλιζαν όλες τις απαραίτητες προϋποθέσεις για τη γοργή ανάπτυξή του, που ούτως ή άλλως αποτελούσε μέρος της γεωγραφικά και γεωλογικά προνομιούχας και εύφορης περιοχής της νοτιοανατολικής Λέσβου.

Ο οικισμός της Θερμής ήταν χτισμένος πάνω σε χαμηλό λόφο σε μια μικρή χερσόνησο που οριοθετούνταν βορειοανατολικά και νοτιοδυτικά από δύο ρηχούς χειμάρρους, οι εκβολές των οποίων σχημάτιζαν δύο αμμουδερές παραλίες, ιδανικές για την προσόρμιση των μικρών προϊστορικών σκαφών. Η ανασκαφική έρευνα της W. Lamb αποκάλυψε μια έκταση 8 περίπου στρεμμάτων, ωστόσο, μεγάλο μέρος του οικισμού διαβρώθηκε στο πέρασμα των χρόνων από τα κύματα της θάλασσας. Η έκταση που αρχικά καταλάμβανε ο οικισμός υπολογίζεται ότι έφτανε συνολικά τα 16 στρέμματα, ενώ οι κάτοικοι της Θερμής ανέρχονταν, στην εποχή της ακμής της, περίπου στους 1200 –χωρίς να υπολογίζεται ο αριθμός των αγροτών που είχαν τις κατοικίες τους διεσπαρμένες στο εσωτερικό της παρακείμενης υπαίθρου.

Από την αρχή της ίδρυσής της, η Θερμή αποτέλεσε έναν οργανωμένο οικισμό με εμφανή πρωτοαστικά χαρακτηριστικά. Σύμφωνα με τα ανασκαφικά δεδομένα, τη μελέτη της στρωματογραφίας, των διαθέσιμων οικιστικών καταλοίπων και των κινητών ευρημάτων, διακρίνονται πέντε διαδοχικές οικιστικές φάσεις της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3200-2400 π.Χ.) (Θερμή I-V), που αντιστοιχούν στις δύο πρώτες φάσεις της Τροίας (Τροία Ι-ΙΙ), καθώς και φάσεις της Μέσης και Ύστερης Χαλκοκρατίας (2000-1300 π.Χ.). Οι δύο πρώτες φάσεις της Πρώιμης Εποχής του Χαλκού (3200-2400 π.Χ.) (Θερμή Ι-ΙΙ) υπολογίζεται ότι διήρκησαν από έναν αιώνα περίπου, ενώ οι υπόλοιπες τρεις (Θερμή ΙΙΙ-V) από 200 χρόνια η καθεμιά αντιστοίχως.

Πρώιμη Εποχή Χαλκού (3200-2400 π.Χ.)

Θερμή Ι

Κατά την πρώτη φάση, ο οικισμός θεμελιώθηκε στον μαλακό βράχο, ακολουθώντας την ήπια καμπύλη του φυσικού εδάφους, με προσανατολισμό από βορρά προς νότο. Η Θερμή Ι υπήρξε ένας μικρός ανοχύρωτος οικισμός που ωστόσο οργανώθηκε και συγκροτήθηκε επιμελώς σύμφωνα με το περικεντρικό πολεοδομικό σύστημα –ιδιαίτερα αγαπητό στο βορειοανατολικό Αιγαίο και τη δυτική Μικρά Ασία– το οποίο διατηρήθηκε έως τη Θερμή ΙΙΙ. Πιο συγκεκριμένα, τα οικήματα ενώνονταν μεταξύ τους με μεσοτοιχίες και συγκροτούσαν συστάδες, οι οποίες χωρίζονταν μεταξύ τους με στενούς δρόμους και διατάσσονταν ακτινωτά γύρω από ένα κεντρικό κτηριακό συγκρότημα, που οριοθετούνταν από πλατύτερο δρόμο, πλάτους 2-3 μ. Τα σπίτια των κατοίκων της Θερμής ήταν λιθόκτιστα, με οριζόντιες στέγες, κατασκευασμένες από κλαδιά και άργιλο (πηλό), στον τύπο του μεγάρου: ορθογώνια επιμήκη οικοδομήματα, με είσοδο στη μία, προς το δρόμο στραμμένη, στενή πλευρά τους, με συνήθως κλειστό, ενίοτε ανοιχτό, προθάλαμο και κυρίως χώρο. Τόσο τα δάπεδα των εσωτερικών χώρων (των σπιτιών), όσο και οι δρόμοι, καθώς και οι λιγοστοί μικροί ανοιχτοί χώροι (πλατείες) ήταν κατά κανόνα στρωμένοι με θαλασσινό χαλίκι (βότσαλα), σπανιότερα με σχιστόπλακες.

Θερμή ΙΙ

Κατά τη δεύτερη οικιστική φάση της Θερμής, παρατηρείται η πρώτη προσπάθεια των κατοίκων της για αμυντική ενίσχυση: στον υποτυπώδη οχυρωματικό περίβολο, που δημιουργείται από τους συνεχείς εξωτερικούς τοίχους των σπιτιών, στη δυτική ενδοχώρα, διαμορφώνεται πύλη εισόδου προς το εσωτερικό του οικισμού, που προστατεύεται από δύο πύργους τραπεζιόσχημης κάτοψης. Στη Θερμή ΙΙ, η αναλογία των στεγασμένων και ανοιχτών χώρων παραμένει, με ελάχιστες εξαιρέσεις, η ίδια, όπως και η τυπολογία των σπιτιών. Εμφανίζονται, ωστόσο, και οικήματα με πολυμερισμένο τον κύριό τους χώρο, η χρήση των οποίων συνδέεται με τις αποθηκευτικές ανάγκες των κατοίκων.

Θερμή ΙΙΙ

Στη Θερμή ΙΙΙ, η προσπάθεια της αμυντικής ενίσχυσης του οικισμού συνεχίζεται με τη δημιουργία ενός εσωτερικού, αυτήν τη φορά, οχυρωματικού περιβόλου πάχους 1-2 μ., που περιβάλλει την κεντρική συνοικία της Θερμής, και ενισχύεται με τέσσερις πύργους/προμαχώνες. Η αμυντική αυτή οικοδομική δραστηριότητα, αν και όχι ιδιαίτερα επιμελημένη, καθιστά στην ουσία το κέντρο του οικισμού ύστατο καταφύγιο σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης και θα πρέπει να ερμηνευτεί υπό το πρίσμα μιας πιθανόν σταδιακά αυξανόμενης ανάγκης για μεγαλύτερη προστασία από τους εξωτερικούς κινδύνους. Προς το τέλος της οικιστικής φάσης της Θερμής ΙΙΙ, ο εσωτερικός αυτός οχυρωματικός περίβολος καταργείται και το κεντρικό κτηριακό συγκρότημα ανακαινίζεται.

Θερμή ΙV

Στα χρόνια αυτά η Τροία (Τροία ΙΙ) αποκτά μεγάλη δύναμη και υπεροχή σε ολόκληρη τη δυτική Μικρά Ασία, ενώ η ακμή και γοργή εξάπλωση του τρωικού πολιτισμού σε ολόκληρο το βορειοανατολικό Αιγαίο, η οποία επηρεάζει τα σημαντικότερα κέντρα του (αλλά και αλληλοεπιδρά με αυτά) δεν αφήνει ανεπηρέαστη τη Θερμή. Μέσα στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει να ειδωθούν και οι δραματικές αλλαγές που επιτελούνται στην τέταρτη οικιστική φάση της Θερμής (Θερμή IV), οι οποίες αντανακλούν, αφενός, την πληθυσμιακή αύξηση του οικισμού και, αφετέρου, την ισχυρή πολιτική του οργάνωση. Η πολεοδομική διάταξη του οικισμού αλλάζει ριζικά: το περικεντρικό πολεοδομικό σύστημα με την ακτινωτή διάταξη εγκαταλείπεται οριστικά. Ο οικισμός οργανώνεται σε μεγάλα οικοδομικά τετράγωνα που διαχωρίζονται με λίγους παράλληλους μεταξύ τους δρόμους (νησίδες) και καταλαμβάνουν όλο το πλάτος του (ΝΔ-ΒΑ), σύμφωνα με το ορθογωνικό πολεοδομικό σύστημα. Τα επιμήκη κτήρια παραμένουν στον ίδιο γενικό τύπο, ωστόσο, παρατηρούνται επιμέρους υποδιαιρέσεις στο εσωτερικό τους (συνήθως στον πρόδομο, σπανιότερα, στον κυρίως χώρο τους). Ολόκληρη η πόλη πλέον θωρακίζεται με οχυρωματικό περίβολο.

Θερμή V

Κατά την πέμπτη και πληρέστερη οικοδομική φάση της Θερμής (Θερμή V), το ορθογωνικό πολεοδομικό σύστημα επεκτείνεται και τελειοποιείται. Ο πυρήνας του οικισμού συνίσταται πλέον από πέντε μεγάλα, ανισομεγέθη οικοδομικά τετράγωνα, με διαφορετικό αυτήν τη φορά προσανατολισμό, τα οποία οργανώνονται βάσει μιας μεγάλης οδικής αρτηρίας, κατά τη «γραμμική» πολεοδομική διάταξη. Η τελευταία διατρέχει τον οικισμό σε όλο του το μήκος (ΒΔ-ΝΑ), ενώ σε αυτήν καταλήγουν περισσότεροι εγκάρσιοι δρόμοι, που ξεκινούν από τη δυτική και τη νότια πύλη του τείχους και διανύουν όλο το πλάτος του οικισμού, δημιουργώντας στην ένωσή τους μικρές πλατείες κι εξασφαλίζοντας έτσι την άνετη επικοινωνία των συνοικιών. Στη Θερμή V χτίζεται ισχυρό αμυντικό τείχος, πλάτους 2 μ., με περιβόλους. Μικρότεροι εγκάρσιοι τοίχοι ένωναν το προτείχισμα με τον εσωτερικό τοίχο, το οποίο είχε δύο βασικές πύλες –μία στα νότια και μία στα δυτικά– ενισχυμένες με πύργους/προμαχώνες. Σε αυτήν τη φάση κάνουν την εμφάνισή τους τα μονόχωρα, δίχωρα, τρίχωρα και μεγαροειδή οικήματα με ανοιχτούς αύλειους χώρους. Αξιοσημείωτο, με ιδιαίτερα σημαντικό πολιτικο-οικονομικό χαρακτήρα, είναι το επίμηκες κτήριο Θ1 (25 x 5 μ.), το οποίο εντοπίζεται στο κέντρο περίπου του οικισμού (στον τομέα Θ, με προσανατολισμό ΝΔ-ΒΑ), απέναντι από τη νότια πύλη. Διέθετε κλειστό προθάλαμο, ιδιαίτερα ευρύχωρο και επιμήκη κυρίως χώρο με κεντρική εστία, καθώς και δύο μικρότερα δωμάτια στο οπίσθιο βορειοανατολικό του τμήμα, στο ένα από τα οποία αποκαλύφθηκε δεύτερη εστία και λιθόκτιστη εξέδρα.

Καθημερινή Ζωή

Οι υδρευτικές ανάγκες των κατοίκων της Θερμής καλύπτονταν με πηγάδια που ανοίγονταν ως τον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής. Από τα οκτώ πηγάδια που βρέθηκαν στο σύνολο, τρία χρονολογούνται στη Θερμή Ι, τέσσερα στη Θερμή IV, ενώ τα υπόλοιπα φαίνεται ότι ανοίχτηκαν κατά τις μετέπειτα οικιστικές φάσεις στη Μέση και Ύστερη Χαλκοκρατία (2000-1300 π.Χ.). Τόσο τα κινητά ευρήματα της κατηγορίας (καθημερινά χρηστικά σκεύη, πολυάριθμα λίθινα, οστέινα και μετάλλινα εργαλεία), όσο και οι σταθερές αρχιτεκτονικές κατασκευές (εστίες για μαγείρεμα και θέρμανση, λιθόκτιστες εξέδρες και πλατφόρμες, θολωτοί φούρνοι, λάκκοι στήριξης πιθαριών, βόθροι-λάκκοι επιχρισμένοι με πηλό κατά τα μετέπειτα χρόνια) μαρτυρούν τις καθημερινές δραστηριότητες των κατοίκων που σχετίζονται με την τροφοπαρασκευή, την αποθήκευση αγαθών, τις οικοτεχνικές και λοιπές παραγωγικές δραστηριότητές τους. Στις τελευταίες συγκαταλέγονται: το κυνήγι, το ψάρεμα, η γεωργία, η κτηνοτροφία, η νηματουργία και υφαντική, η βυρσοδεψία, η ψαθοπλεκτική, η ξυλουργική και ναυπηγική, η οστεουργία, η λιθοτεχνία, η μεταλλοτεχνία. Ωστόσο, φαίνεται ότι, ως επί το πλείστον, οι κάτοικοι της Θερμής ήταν τεχνίτες και έμποροι.

Κεραμική

Η κεραμική της Θερμής είναι χειροποίητη, στην Πρώιμη Εποχή του Χαλκού, και ο πηλός της καστανός. Αρχικά, η επιφάνεια των αγγείων είναι μαυρωπή, ερυθρά και καστανέρυθρη, άλλοτε στιλβωμένη ή λιγότερο στιλπνή, συχνά με εγχάρακτη διακόσμηση, ορισμένες φορές με χρωματικές ανομοιομορφίες και όχι πάντα καλά ψημένη. Αργότερα τα χειροποίητα αγγεία αποκτούν καστανή, σπανιότερα ερυθρωπή και γκριζωπή, επιφάνεια που θα επικρατήσει και κατά τους μετέπειτα χρόνους. Εκτός από τα αποθηκευτικά αγγεία (αμφορείς και πίθοι) και τα καθημερινά χρηστικά αγγεία (μαγειρικά, χυτροειδή σκεύη), τα βασικά σχήματα των αγγείων (ως επί το πλείστον, πόσεως και σερβιρίσματος) που χρησιμοποιούνται, είναι φιάλες (απλές ή τριποδικές), κύπελλα (με ή χωρίς πόδι), πρόχοι, αρύταινες κ.ά.

Μεταλλοτεχνία

Η τέχνη της κατεργασίας των μετάλλων (χαλκού, αργύρου, χρυσού) που από πολύ νωρίς κατείχαν οι κάτοικοι της Θερμής, αντικατοπτρίζεται όχι μόνο στα πλούσια ευρήματα της κατηγορίας, όπως τα εργαλεία (μετάλλινοι δίσκοι, τρυπάνια, βελόνες), τα όπλα (ξίφη, εγχειρίδια, πελέκεις, αιχμές), τα κοσμήματα (περόνες, βραχιόλια, περίαπτα), αλλά και στα αντικείμενα που σχετίζονται με την παραγωγή τους, όπως τις μεταλλευτικές χοάνες για το λιώσιμο και τη χύτευση των μετάλλων, τις μήτρες για την παρασκευή όπλων και εργαλείων, τα ακροφύσια για το δυνάμωμα της φωτιάς, στοιχείο απαραίτητο στη μεταλλουργία. Ιδιαίτερη μνεία αξίζουν τα χάλκινα όπλα (ξίφη, εγχειρίδια, αιχμές βελών) της Ύστερης Εποχής του Χαλκού που βρέθηκαν στον οικισμό. Πρόκειται για ένα σύνολο επιχώριων έργων που εντάσσονται τυπολογικά στην ευρύτερη κατηγορία των μυκηναϊκών όπλων –υποδηλώνοντας έτσι την επίδραση του μυκηναϊκού πολιτισμού στη πόλη της Θερμής– και επιβεβαιώνουν τη μακρά παράδοση των μεταλλοτεχνιτών της Θερμής, οι οποίοι αναμφίβολα κατείχαν ιδιαίτερη θέση στον οικισμό σε όλη τη διάρκεια ζωής του.

Πήλινα Ειδώλια

Χαρακτηριστικά είναι τα πολυάριθμα πήλινα ειδώλια που πρωτοεμφανίζονται στη Θερμή ΙΙΙ και συνεχίζουν να παρασκευάζονται έως και την Θερμή V. Τυπολογικά παρουσιάζουν μεγάλη ποικιλία και ως επί το πλείστον εικονίζουν σχηματοποιημένες γυναικείες μορφές. Συνδέονται με τις λατρευτικές αντιλήψεις των κατοίκων της Θερμής και σίγουρα μαρτυρούν τις επαφές τους με τα νοτιοανατολικά Βαλκάνια.

Εξωτερικές Σχέσεις & Εμπόριο

Από τη μελέτη της κεραμικής και των πήλινων ειδωλίων, τις εισηγμένες πρώτες ύλες, όπως μέταλλα (χρυσός, άργυρος, χαλκός, μόλυβδος), αλλά και τα εισηγμένα τελικά προϊόντα, όπως λίθινες φιάλες, χάλκινες περόνες με πτηνόμορφες κεφαλές κ.ά., φαίνεται ότι οι κάτοικοι της Θερμής είχαν ιδιαίτερες επαφές και εμπορικές σχέσεις με την Τροία –και τη Μικρά Ασία γενικότερα– με τις Κυκλάδες, την ηπειρωτική Ελλάδα και τη Μακεδονία.

Μέση και Ύστερη Εποχή Χαλκού (2000-1300 π.Χ.)

Με το πέρας της Πρώιμης Χαλκοκρατίας (2400 π.Χ.), ο οικισμός της Θερμής εγκαταλείπεται και οι κάτοικοί της αποσύρονται στο εσωτερικό του νησιού. Είναι η περίοδος κατά την οποία, η Τροία χάνει την αίγλη της. Περί το 2000 π.Χ. και παράλληλα με την επανάκαμψη και ακμή της Τροίας (Τροία VI), της πολιτιστικής μητρόπολης της δυτικής Μικράς Ασίας και του βορειοανατολικού Αιγαίου, νέοι κάτοικοι εγκαθίστανται στον οικισμό της Θερμής, ο οποίος ωστόσο είναι –αλλά και θα παραμείνει έως και την καταστροφή του από πυρκαγιά κοντά στα 1300 π.Χ.– περιορισμένης έκτασης και σημασίας. Σε αυτά τα χρόνια, συνεχίζεται η προγενέστερη παράδοση, η τυπολογία των σπιτιών παραμένει η ίδια, ωστόσο, παρατηρείται μια σημαντική καινοτομία: εισάγεται ο κεραμικός τροχός. Η επίδραση και ακτινοβολία του μυκηναϊκού πολιτισμού είναι εμφανής και στον προϊστορικό οικισμό της Θερμής και αντικατοπτρίζεται στη διακοσμημένη κεραμική της κατηγορίας και στα τοπικά αντίγραφά της, στα χαρακτηριστικά πήλινα μυκηναϊκά ειδώλια και στα χάλκινα μυκηναϊκά όπλα της εποχής. Στα σημαντικά ευρήματα της οικιστικής αυτής φάσης συγκαταλέγονται ένας θολωτός κεραμικός κλίβανος για την όπτηση των αγγείων, αλλά και μικρές κιβωτιόσχημες θήκες με βρεφικές/παιδικές ταφές που βρέθηκαν κοντά στα σπίτια των κατοίκων.

Ο προϊστορικός οικισμός της αρχαίας Θερμής αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους της νήσου Λέσβου, ο οποίος, έπειτα από την ολοκλήρωση του προγράμματος διαμόρφωσης και ανάδειξής του, διατέθηκε στο ευρύ κοινό και είναι μέχρι σήμερα επισκέψιμος. Η ανασκαφή της θέσης και η μελέτη των πλούσιων αρχαιολογικών δεδομένων που ανέκυψαν, αφενός, βοήθησαν αναμφίβολα να συμπληρωθεί σε μεγάλο βαθμό η εικόνα μας για τους πρωτοαστικούς οικισμούς της ευρύτερης πολιτισμικής ενότητας του βορειοανατολικού Αιγαίου, αφετέρου, έριξαν φως στις ως επί το πλείστον άγνωστες ανασκαφικά, πλην όμως ιδιαίτερα σημαντικές, πτυχές της προϊστορικής Λέσβου, ιδιαίτερα κατά τους χρόνους της Πρώιμης, Μέσης και Ύστερης Χαλκοκρατίας.

Τοποθεσία

Δήμος: Μυτιλήνης

Δημοτική Ενότητα: Μυτιλήνης

Θέση: Περιοχή από Καλαμιάρη Παναγιούδας έως παραλία Θερμής

Φωτογραφίες

Μετάβαση στο περιεχόμενο