Αρχαίο θέατρο Μυτιλήνης

Το αρχαίο θέατρο της Μυτιλήνης αποτελεί αναμφίβολα ένα από τα πιο αξιόλογα αρχαιολογικά μνημεία της Μυτιλήνης, αλλά και της ν. Λέσβου γενικότερα. Βρίσκεται στη δυτική πλαγιά του σημερινού λόφου της Αγίας Κυριακής, κοντά στα μεσόγεια τείχη της αρχαίας πόλης, στο δυτικό τμήμα της επέκτασής της που πραγματοποιήθηκε κατά τους ελληνιστικούς και ρωμαϊκούς χρόνους. Έχει ανατολικό προσανατολισμό και πανοραμική θέα προς την πόλη, τα δύο λιμάνια της και την απέναντι μικρασιατική ακτή. Η αρχική φάση του αρχαίου θεάτρου της Μυτιλήνης πιθανόν χρονολογείται στο β’ μισό του 4ου αι. π.Χ. Τον 2ο αι. π.Χ., η σκηνή του αποκτά τη μορφή διώροφου μνημειακού οικοδομήματος, ενώ κατά τη ρωμαϊκή περίοδο, μετασκευάζεται για να χρησιμοποιηθεί ως αρένα.

Συγκαταλέγεται στα σημαντικότερα θέατρα του αρχαίου κόσμου, καθώς σύμφωνα με τον Πλούταρχο (Βίος Πομπήιου, 42.4), αποτέλεσε το πρότυπο των σταθερών, λίθινων ρωμαϊκών θεάτρων. Πιο συγκεκριμένα, από τον Πλούταρχο πληροφορούμαστε ότι το 62 π.Χ. ο Πομπήιος επισκέφτηκε τη Μυτιλήνη, την κήρυξε ελεύθερη και την απάλλαξε από τις δυσβάσταχτες οικονομικές κυρώσεις, που τις είχαν επιβληθεί κατά τους προγενέστερους χρόνους από τη ρωμαϊκή Σύγκλητο. Στη νέα σχέση της Μυτιλήνης με τη Ρώμη, η οποία έκτοτε έλαβε τη μορφή συμμαχίας, συνέδραμε αποφασιστικά ο Λέσβιος λόγιος και ιστορικός Θεοφάνης. Η πόλη έστησε τον θρίαμβο του αυτοκράτορα στο θέατρο, αποδίδοντάς του μεγάλες τιμές. Ο Πομπήιος βλέποντας το θέατρο, το θαύμασε σε τέτοιον βαθμό, που έδωσε εντολή στους αρχιτέκτονές του να κατασκευάσουν στη Ρώμη ένα “αντίγραφό” του, μεγαλύτερο όμως και λαμπρότερο. Το θέατρο του Πομπήιου εγκαινιάστηκε το 55 π.Χ. και θεωρείται το πρώτο και μεγαλύτερο λίθινο θέατρο που χτίστηκε ποτέ στη Ρώμη. Σήμερα σώζονται ελάχιστα μέρη του. Στην έρευνα δεν υπάρχει ομοφωνία αναφορικά με τα χαρακτηριστικά εκείνα του θεάτρου που εντυπωσίασαν τόσο πολύ τον Πομπήιο, έτσι ώστε να θέλει τα αντιγράψει. Κατά μία εκδοχή, το στοιχείο αυτό ήταν ένας ναός και μια κιονοστοιχία-στοά στο ανώτερο τμήμα του κοίλου. Μία δεύτερη εκδοχή είναι να τον εντυπωσίασε ο γενικός τύπος του θεάτρου, με την οργανική σύνδεση και συνοχή των βασικών στοιχείων του: της σκηνής, της ορχήστρας, του κοίλου και των παρόδων του, και κυρίως το διώροφο μαρμάρινο σκηνικό οικοδόμημα του 2ου αι. π.Χ., το οποίο ήταν από τα πρώτα που κατασκευάστηκαν ποτέ.

Σωστικές ανασκαφικές εργασίες πραγματοποιήθηκαν στον χώρο κατά τα έτη 1882, 1928, 1958, 1967, 1972 και πιο πρόσφατα, μεταξύ 2012-2015, στο πλαίσιο του έργου «Ενοποίηση των αρχαιολογικών χώρων της πόλης της Μυτιλήνης». Από τα πορίσματα των αρχαιολογικών ερευνών, τα κινητά ευρήματα και τα αρχιτεκτονικά μέλη (ακέραια ή αποσπασματικά σωζόμενα), που βρίσκονται είτε στον χώρο είτε εκτός αυτού (συχνά εντοιχισμένα σε δεύτερη χρήση σε άλλα υστερότερα κτίσματα), είναι δυνατόν να ανασυνθέσουμε στο μέτρο του δυνατού την εικόνα του αρχαίου θεάτρου της Μυτιλήνης.

Το χοανοειδές κοίλο, χωρητικότητας τουλάχιστον 10.000 θεατών, διαμορφώθηκε με την απολάξευση του βράχου στο δυτικό πρανές του λόφου, όπου και θεμελιώθηκαν 64 σειρές λίθινων εδωλίων. Με ακτίνα περίπου 50 μ. και μέγιστο πλάτος 124,6 μ. στον άξονα Β-Ν, χωριζόταν με δύο διαδρόμους σε τρία διαζώματα: το κάτω, το μεσαίο και το άνω διάζωμα. Δύο ισχυροί αναλημματικοί τοίχοι, κατασκευασμένοι από έξι σειρές λιθοπλίνθων πλάτους 0,49 μ., σύμφωνα με το ισόδομο σύστημα και με τραπεζιόσχημα μέτωπα που ακολουθούσαν τη λοξότμητη και βαθμιδωτά κατηφορική κατατομή του κοίλου, οριοθετούσαν τα ανατολικά του πέρατα, όπου και διαμορφώνονταν οι πάροδοι για την είσοδο των θεατών στον χώρο.

Με κάθετες κλίμακες, τοποθετημένες εγκαρσίως στα τρία διαζώματα του κοίλου, επιτυγχανόταν η πρόσβαση στις κερκίδες και τα λίθινα εδώλια (καθίσματα) του θεάτρου, από τα οποία κανένα δυστυχώς δε βρέθηκε στην αρχική του θέση. Βάσει των τεχνικών τους χαρακτηριστικών, διακρίνονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες και η κάθε μία από αυτές σε περαιτέρω υποκατηγορίες και διαφοροποιήσεις, ανάλογα με τη θέση που είχαν στο κοίλο. Στην άνω οριζόντια επιφάνειά τους διέθεταν, εκτός από το κυρίως κάθισμα, και υποδοχή (υπό την μορφή ρηχής κοιλότητας/βάθυνσης) για την τοποθέτηση των ποδιών των θεατών της οπίσθιας σειράς. Η κάθετη πρόσθια όψη τους έφερε ανάγλυφο διάκοσμο που αποτελούνταν από ταινία, γωνιώδες κυμάτιο και ευθύγραμμο μέτωπο, ενώ η κάτω απόληξή της διαμορφωνόταν ως κοίλη υποδοχή, εν είδει εσοχής, που εξασφάλιζε τον απαραίτητο χώρο για τα πόδια των θεατών. Σε πέντε από τα εδώλια που αντιστοιχούσαν στις μπροστινές θέσεις των επισήμων (προεδρία), σώζεται η επιγραφή: γ|ωνοθέ|του κα | δημάρχ|ων. Ένας μαρμάρινος θρόνος που χρησιμοποιήθηκε ως θρόνος του Μητροπολίτη Μυτιλήνης και σήμερα στεγάζεται στο Παλαιό Αρχαιολογικό Μουσείο Μυτιλήνης, διατηρεί εγχάρακτη επιγραφή του 1ου αι. π.Χ. σε αντικατάσταση πρωιμότερης (rasura):

ΠΟΤΑΜΩΝΟΣ | ΤΩ ΛΕΣΒΩΝΑΚΤΟΣ | ΠΡΟΕΔΡΙΑ

και πιστεύεται ότι προέρχεται από την προεδρία του θεάτρου. Αρχικά προοριζόταν για κάποιον ιερέα του Απόλλωνος και αργότερα για τον Λέσβιο ρήτορα Ποτάμωνα, γιο του φιλοσόφου Λεσβώνακτος (και οι δύο, επιφανείς προσωπικότητες της Λέσβου). Μεμονωμένα εγχάρακτα γράμματα και σύμβολα (πιθανόν της Οθωμανικής περιόδου) που συναντώνται στην άνω οριζόντια επιφάνεια αρκετών εδωλίων, μας παρέχουν σημαντικές πληροφορίες αναφορικά με τη διάρκεια ζωής του μνημείου.

Η κυκλική ορχήστρα του θεάτρου, διαμέτρου 25,12 μ., ήταν χωμάτινη και δε διέθετε επένδυση από λίθινες πλάκες, όπως σε άλλες περιπτώσεις αρχαίων θεάτρων. Κατά τη ρωμαϊκή εποχή, το θέατρο μετασκευάζεται σε αρένα: το χωμάτινο δάπεδο της ορχήστρας χαμηλώνει, ο εύριπος χάνεται, οι τρεις πρώτες σειρές εδωλίων ξηλώνονται και στη θέση τους κατασκευάζεται ισχυρό αναλημματικό τοιχίο (στηθαίο), ύψους σχεδόν 2 μ., που προστάτευε τους θεατές από τα βίαια δρώμενα που λάμβαναν χώρα στην αρένα. Παράλληλα, στο χαμηλότερο τμήμα του μέσου του κοίλου, κάτω από τις τελευταίες του σειρές στα δυτικά της ορχήστρας, διανοίγονται δύο θολοσκεπή δωμάτια, με εσωτερική επικοινωνία στο δυτικό τους τμήμα, πιθανόν βοηθητικοί χώροι για τους μονομάχους και τις θηριομαχίες. Το αναλημματικό τοιχίο της ορχήστρας, που εδραζόταν πάνω σε μεγάλους μαρμάρινους δόμους, ήταν κατασκευασμένο από μικρούς αργούς λίθους, ενώ η εξωτερική του όψη διέθετε επένδυση με ορθομαρμάρωση από επιχώριο γκριζόχρωμο μάρμαρο. Η επίστεψή του και πιο συγκεκριμένα, τα μέτωπα των λιθοπλίνθων της, έφεραν σειρά λαξευμένων επιγραφών που ανέφεραν τα ονόματα ιερέων, δημοσίων προσώπων και χορηγών, που συνέβαλαν στο πέρασμα των χρόνων στην επιμέλεια, συντήρηση και βελτίωση τμημάτων του θεάτρου. Σε μία από αυτές γίνεται αναφορά στον Μάρκο Κλαύδιο Τρυφωνιανό, στρατηγό  του αυτοκράτορα Μάρκου Αυρηλίου, ο οποίος συντηρούσε “φαμίλια μονομαχών”, υπό την προστασία της αρχιέρειας συζύγου του, Ορφίας Λαιλίας (IG XII, 2, 447). Οι επιγραφικές μαρτυρίες του στηθαίου στο σύνολό τους αποτελούν σημαντική ένδειξη για τη χρονολογική τοποθέτηση της μετασκευής του θεάτρου σε αρένα, στον 2ο αι. μ.Χ.

Οι πάροδοι του θεάτρου, με τις οποίες επιτυγχανόταν η είσοδος των θεατών στον χώρο, ήταν ανεξάρτητες από το σκηνικό οικοδόμημα και είχαν τη μορφή δίθυρων μνημειακών πυλών με επιστέψεις ιωνικού ρυθμού, όπως στα αρχαία θέατρα της Επιδαύρου, της Δωδώνης και σε άλλα θέατρα της Σικελίας. Μια κόγχη με προβαλλόμενη ανάγλυφη αετωματική επίστεψη κοσμούσε τόσο τη νότια, όσο και τη βόρεια πάροδο, ενώ ένα μαρμάρινο θεατρικό προσωπείο ελληνιστικών χρόνων, ενδεχομένως προέρχεται από τον λοιπό αρχιτεκτονικό γλυπτικό διάκοσμο της πρώτης. Στον ορθογωνιόσχημο χώρο εισόδου, διαστάσεων 16,80 μ. x 5,41 μ., που διαμορφώθηκε στα ανατολικά του νότιου αναλημματικού τοίχου πριν από την πάροδο, εντοπίστηκε τον Μάιο του 2019 Ιερό της Νεμέσεως, όπως μαρτυρούν ένα λίθινο έδρανο για την εναπόθεση προσφορών και την τέλεση χοών, καθώς και οι αναθηματικές επιγραφές που αναφέρονται σε ιερείς και δημόσια επιφανή πρόσωπα της εποχής.

Η σκηνή αρχικά ήταν απλή και διέθετε λίθινο προσκήνιο. Οι πρώτες δραστικές αλλαγές που συνετέλεσαν στη μνημειακή διαμόρφωσή της θα πρέπει αναμφίβολα να συσχετισθούν με την εξέλιξη της δραματουργίας και την άνθηση της Νέας Κωμωδίας στον 2ο αι. π.Χ. Η σημερινή κατάσταση διατήρησης της σκηνής είναι ιδιαίτερα αποσπασματική. Ο καλύτερα διατηρούμενος δυτικός της τοίχος είναι κατασκευασμένος με το ίδιο σύστημα δόμησης που χρησιμοποιήθηκε για το στηθαίο του κοίλου. Το σκηνικό οικοδόμημα υποδιαιρείται σε τέσσερα μέρη με τη βοήθεια δύο ραμπών και ενός κεντρικού υπόγειου ανοίγματος, εν είδει διαδρόμου, στο ανατολικό πέρας του οποίου εντοπίστηκαν κτιστός ορθογωνιόσχημος και δύο πήλινοι κυλινδρικοί αγωγοί. Ο υπόγειος χώρος πιθανόν χρησίμευε για την αποστράγγιση των ομβρίων υδάτων είτε σχετιζόταν με τη διοχέτευση νερού στον χώρο της ορχήστρας, με σκοπό την αναπαράσταση εικονικών ναυμαχιών, σύνηθες κατά τη ρωμαϊκή περίοδο. Το συνολικό πλάτος της σκηνής ανέρχεται στα 42,66 μ., ενώ το ακριβές βάθος της δεν μας είναι ακόμη γνωστό, καθώς εκκρεμεί η ολοκλήρωση των ανασκαφικών εργασιών στον χώρο. Τέσσερεις γωνιόλιθοι που βρέθηκαν στην αρχική τους θέση εντός του κτηρίου της σκηνής, φαίνεται ότι πιθανότατα αποτελούσαν τα στηρίγματα του κεραυνοσκοπείου και άλλων “μηχανών”, κάτι που μας είναι γνωστό και από άλλα παραδείγματα ελληνιστικών θεάτρων, όπως του Δίου και των Φιλίππων. Από τα διατηρούμενα αρχιτεκτονικά κατάλοιπα φαίνεται ότι το σκηνικό οικοδόμημα ήταν διώροφο. Ο κάτω όροφος ήταν δωρικού ρυθμού, ενώ ο άνω όροφος και το μικρότερων διαστάσεων προσκήνιο, ιωνικού. Στον κάτω όροφο της σκηνής διαμορφώνονταν τέσσερεις ναόσχημες προβολές σε σχήμα Π με τέσσερεις δωρικούς κίονες στις γωνίες, οι οποίες πλαισίωναν τις τρεις θύρες της σκηνής, ενώ ο άνω όροφος διέθετε τρεις προεξοχές ιωνικού ρυθμού με τριγωνικές αετωματικές επιστέψεις. Το προσκήνιο πιθανότατα προσομοίαζε με αυτό του θεάτρου της Πριήνης και διέθετε ιωνική κιονοστοιχία και πεσσοστοιχία ή συνδυασμό πεσσών στις γωνίες και κιόνων στο κεντρικό του τμήμα.

Τα κατασκευαστικά χαρακτηριστικά και οι διακοσμητικές λεπτομέρειες τόσο των αναλημματικών τοίχων και των επιστέψεων, όσο και των λίθινων εδωλίων παρουσιάζουν εμφανείς ομοιότητες με τα αντίστοιχα στοιχεία άλλων θεάτρων και μνημείων, όπως των θεάτρων της Μεσσήνης, της Σπάρτης, της Μαρώνειας, των Δελφών, του Διονύσου Ελευθερέως στην Αθήνα, της Αλικαρνασσού και των μνημείων του Λυσικράτους και των Επωνύμων Ηρώων στην Αθήνα, τα οποία χρονολογούνται στο β’ μισό του 4ου αι. π.Χ. – α’ μισό του 3ου αι. π.Χ. Στην ίδια περίοδο –και ίσως πιο κοντά στα 350-340 π.Χ.– θα πρέπει να τοποθετηθεί χρονολογικά και η πρωιμότερη (αρχική) φάση του θεάτρου της Μυτιλήνης, οπότε και ξεκινάει η μνημειακή διαμόρφωση της πόλης. Οι αλλαγές, ωστόσο, που επιτελέστηκαν στη σκηνή και η μετατροπή της σε διώροφο μνημειακό οικοδόμημα, χρονολογούνται στα μετέπειτα ελληνιστικά χρόνια που ακολούθησαν και πιο συγκεκριμένα, στο β’ μισό του 2ου αι. π.Χ. Σε αυτό άλλωστε συνηγορούν η λιτή αρχιτεκτονική του, η έλλειψη αρχιτεκτονικού γλυπτικού διακόσμου, η απουσία αγαλμάτων αυτοκρατόρων, μελών των οικογενειών τους, θεών ή άλλων σημαντικών προσωπικοτήτων της εποχής, που συνήθως συναντώνται σε υστερότερες φάσεις της αυτοκρατορικής περιόδου. Στη ρωμαϊκή εποχή, το θέατρο υπέστη σημαντικές φθορές από φυσικές καταστροφές (σεισμούς), ενώ στο β’ μισό του 2ου αι. μ.Χ. μετατράπηκε, όπως προαναφέρθηκε, σε αρένα.

Στα μετέπειτα χρόνια, αρχιτεκτονικά μέλη του θεάτρου αποξηλώνονται και επαναχρησιμοποιούνται δευτερογενώς ως οικοδομικό υλικό στο κάστρο της Μυτιλήνης και σε άλλα μεσαιωνικά και οθωμανικά μνημεία. Εκτεταμένη υπήρξε ωστόσο και η λιθοθηρία που ακολούθησε, έπειτα από τη Μικρασιατική καταστροφή, καθώς η χρήση του έτοιμου οικοδομικού υλικού του θεάτρου προσφερόταν για το άμεσο χτίσιμο των σπιτιών του προσφυγικού συνοικισμού της Μυτιλήνης στη δύσκολη αυτή περίοδο της ιστορίας του νησιού, αλλά και του ελληνισμού γενικότερα.

Μέχρι σήμερα συνεχίζεται η διεπιστημονική συνεργασία της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου και της Σχολής Αρχιτεκτόνων Μηχανικών του Πολυτεχνείου του Μπάρι της Ιταλίας, που αποσκοπεί στην αρχαιολογική-αρχιτεκτονική τεκμηρίωση και αποκατάσταση του μνημείου στο μέτρο του δυνατού. Σήμερα, το αρχαίο θέατρο της Μυτιλήνης όχι μόνο είναι επισκέψιμο και ανοιχτό στο ευρύ κοινό, αλλά φιλοξενεί και επιλεγμένες πολιτιστικές εκδηλώσεις, με γνώμονα πάντοτε τον σεβασμό της ιστορίας και της σημαντικότητας του μνημείου.

Τοποθεσία

Δήμος: Μυτιλήνης

Δημοτική Ενότητα: Μυτιλήνης

Θέση: Μυτιλήνη

Φωτογραφίες

Μετάβαση στο περιεχόμενο